Showing posts with label cinema. Show all posts
Showing posts with label cinema. Show all posts

Η Νέα Χρονιά που δεν Ήρθε Ποτέ


 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 


The New Year That Never Came

Ρουμανία, 2024

Οι ζωές διαφορετικών ανθρώπων διασταυρώνονται την παραμονή της πτώσης του κομμουνιστικού καθεστώτος στη Ρουμανία το 1989.

Ιστορίες δοσμένες με χιούμορ. Ιστορικά γεγονότα διαπλέκονται με τη μυθοπλασία. Αξίζει να τη δεις.

 

Ainda Estou Aqui

Απόγευμα Τετάρτης.

Περπάτημα από το Θησείο ως το Σύνταγμα. Η αίσθηση της Άνοιξης είναι εδώ. Λίγο η αύξηση του φωτός, λίγο το μαλάκωμα του καιρού και οι ευωδιές της πρασινάδας.

Στο Σύνταγμα εκδήλωση διαμαρτυρίας. Ο κόσμος όχι πολύς. Οι γύρω δρόμοι κλειστοί.

Από εκεί στην Πλατεία Κοραή. Σκέψη να πάω στον κινηματογράφο, μετά από καιρό.

Φτάνω νωρίς. Παίρνω ένα χαμομήλι και το πίνω στο παγκάκι. Απίστευτη η τιμή του, δυσκολεύτηκα να αντιληφθώ ότι κοστίζει σχεδόν 4,00 ευρώ.

Αφύσικη ησυχία, οι γύρω δρόμοι κλειστοί λόγω της διαμαρτυρίας. Ο κόσμος λιγοστός και βιαστικός.

Λίγος ο κόσμος και στην κινηματογραφική αίθουσα. Η ταινία προβάλλεται καιρό τώρα. Ο τίτλος της: Είμαι ακόμα εδώ. Η ιστορία της: Στη διάρκεια της εικοσαετούς δικτατορίας στη Βραζιλία του 1970, η ζωή μίας μεσοαστής πολύτεκνης οικογένειας αναταράσσεται όταν ο πατέρας και σύζυγος απάγεται από το καθεστώς και εξαφανίζεται.

Βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα, η ταινία μεταφέρει τη ζοφερότητα του καθεστώτος και την ανθρωπιά των πρωταγωνιστών.

Ο σκηνοθέτης ανέφερε ότι επέλεξε αυτό το θέμα με αφορμή την προηγούμενη ακροδεξιά κυβέρνηση στη Βραζιλία, ως ένα τρόπο να ενημερώσει και να αφυπνίσει τους συμπολίτες του στους κινδύνους που κρύβει ο φασισμός.

Βγαίνοντας από τον κινηματογράφο με το τέλος της προβολής, η ησυχία είναι ακόμα πιό έντονη. Οι γύρω δρόμοι κλειστοί. Περπατάς στη Σταδίου ανέμελα. 

Επιστροφή στο Θησείο.

L'amour en fuite

Love on the Run, 1979

Σκηνοθεσία: François Truffaut

Οι ερωτικές περιπέτειες του κεντρικού χαρακτήρα, παλιού γνώριμου από την ταινία του ίδιου σκηνοθέτη Les quatre cents coups  (The 400 blows).

Πόσο όμορφη, ανεπιτίδευτη και ανάλαφρη η εμφάνιση των γυναικών ηθοποιών!


Blast of Silence

 


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 1961, Η.Π.Α.

Σκηνοθέτης & πρωταγωνιστής: Allen Baron

Αφηγητής: Lionel Stander

 Πρώτη κινηματογραφική έξοδος εδώ και αρκετό καιρό και με καλή παρέα ;)

Ένας επαγγελματίας δολοφόνος επιστρέφει στη Νέα Υόρκη για την εκτέλεση ενός συμβολαίου θανάτου.

Τον ακολουθούμε στους χριστουγενιάτικους δρόμους της πόλης, καθώς καταστρώνει το σχέδιο του. Παρακολουθεί τις κινήσεις του θύματος του, αναζητά όπλο, έχει κάποιες απρόσμενες συναντήσεις.

Δεν πρόκειται για συνηθισμένο film noir. Ακολουθούμε τον εσωτερικό μονόλογο του πρωταγωνιστή, τις σκέψεις, τις αντιφάσεις και τα αδιέξοδα του. Οι εικόνες της πόλης είναι ξεχωριστές. 

Όπως είναι και η πραγματική ζωή του αφηγητή, Lionel Stander.  Αριστερών φρονημάτων, κατηγορήθηκε για συμμετοχή στο Κομουνιστικό Κόμμα των ΗΠΑ και για μεγάλο διάστημα του απαγορεύτηκε να εργάζεται στον κινηματογράφο στις ΗΠΑ. Στο συγκεκριμένο φίλμ το ονοματεπώνυμο του δεν αναφέρεται πουθενά, καθότι εν έτει 1961 εκείνος ήταν ακόμα αποκλεισμένος από το δικαίωμα να εργάζεται στον κινηματογράφο.

Το Μαλακό Δέρμα / La Peau Douce

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
1964
Σκηνοθεσία: Francois Truffaut
Με τους Jean Desailly, Françoise Dorléac, Nelly Benedetti
 
Ένας παντρεμένος ακαδημαϊκός ερωτεύεται μία αεροσυνοδό.
Μία εξωσυζυγική σχέση με ολέθρια αποτελέσματα.
Μία ματιά στη Γαλλία, 60 χρόνια πριν.
Ένα ευχάριστο, δεμένο ρομαντικό δράμα. 
 
Σημείωση: η νεαρή συμπρωταγωνίστρια Françoise Dorléac σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα τρία χρόνια μετά τα γυρίσματα της ταινίας, σε ηλικία μόλις 25 ετών. Ήταν η μεγαλύτερη αδελφή της Catherine Deneuve.

Οι εραστές / Les Amants


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

1958
Σκηνοθεσία: Louis Malle
Με τους: Jeanne Moreau, Alain Cuny (σύζυγος), Jean-Marc Bory (νεαρός εραστής), José Luis de Vilallonga (εραστής στο Παρίσι)
 
Μία μεγαλοαστή διαβιεί μία αποπνικτική οικογενειακή ζωή στην επαρχία. Μην αντέχοντας την αδιαφορία του συζύγου της, βρίσκει διέξοδο σε συχνά ταξίδια στο Παρίσι, όπου συνάπτει εξωσυζική σχέση.
 
Μία τυχαία γνωριμία θα φέρει στο δρόμο της ένα μικροαστό νεαρό. Η πλοκή της υπόθεσης θα φέρει στο ίδιο τραπέζι δείπνου τον σύζυγο της, τον εραστή της και τον νεαρό. Και εκεί που όλα αυτά φαίνονται παράδοξα, η πρωταγωνίστρια θα αντιληφθεί την κενότητα της ζωής της. Θα ζήσει μία ποιητική ερωτική βραδιά με τον νεαρό, και μαζί θα εγκαταλείψουν τόσο τον σύζυγο όσο και τον εραστή της.
 
Η πλοκή του έργου, αν και απρόσμενη - ειδικά αν σκεφτεί κανείς την εποχή που η ταινία προβλήθηκε - διαθέτει μία ποιητικότητα που την κάνει να ρέει ευχάριστα. Ακόμα και αν η συνειδητοποίηση της ηρωίδας και η ριζική μεταστροφή της - εγκατάλειψη της μεγαλοαστικής ζωής της - δεν δίνεται με τρόπο πειστικό, αυτή η ποιητικότητα σκεπάζει αυτήν την αδυναμία, ιδιαίτερα στο τέλος του έργου, όπου η πρωταγωνίστρια ζει μία ερωτική βραδιά με τον νέο εραστή της.

Η Jeanne Moreau θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η γυναίκα με τα χίλια πρόσωπα. Μπορεί να μεταμορφωθεί από γλυκιά σε σκληρή μέσα με μια ματιά. Ο ρόλος του εραστή στο Παρίσι (J. L. de Vilallonga) δεν διέφερε πολύ από την πραγματική ζωή του.

Sweet Smell of Success


 

 

 

 

 

 

 
1957
Σκηνοθεσία: Alexander Mackendrick
Με τους Burt Lancaster, Tony Curtis
 
Γρήγοροι διάλογοι
Έξυπνη πλοκή
Εξαιρετική ηθοποιία
Ένα χαρακτηριστικό αμερικανικό film noir!

The Banshees of Inisherin

Η Kerry Condon με θέα τον Ατλαντικό ωκεανό

 







 
 
Ιρλανδία, 2022
Σκηνοθεσία: Martin McDonagh
Με τους: Colin Farrell, Brendan Gleeson, Kerry Condon, Barry Keoghan
 
Σε ένα μικρό, απομονωμένο νησί της Ιρλανδίας, έναν αιώνα πριν, η ήσυχη καθημερινότητα δύο φίλων ταράσσεται και οι ισορροπίες στις ζωές τους ανατρέπονται.

Η ταινία αναμειγνύει στοιχεία δραματικά και κωμικά, ευφάνταστα και πραγματικά, και αυτό το πετυχαίνει με τρόπο αληθοφανή. Επίσης, η πλοκή σε αγγίζει συναισθηματικά. Δεν πρόκειται απλά για μία ιστορία που παρακολουθείς εγκεφαλικά. Διακρίνεις το ανθρώπινο στοιχείο στους ρόλους των ηθοποιών, και κάπου στέκεσαι δίπλα τους, κάπου γελάς μαζί τους και κάπου αλλού στεναχωριέσαι.   

Και εδώ γίνεται αισθητό το πού υστερεί η ταινία Tár, η αμφότερη υποψήφια για μία σειρά βραβειών Oscar. Εδώ το ανθρώπινο, ευάλωτο στοιχείο βγαίνει στην επιφάνεια' εκεί έχεις την αίσθηση ότι η ταινιά βγήκε από μία μηχανή, όσο αψεγάδιαστη και αν είναι σκηνοθετικά και υποκριτικά.
 
Το τοπίο είναι πρωταγωνιστής - η ταινία γυρίστηκε στα νησιά Άραν, απέναντι από τη Δυτική ακτή της Ιρλανδίας. Μα και οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών είναι εξαιρετικές. Δεν νομίζω ότι είχα δει στο παρελθόν κάποιον από αυτούς. Θα μείνω ιδιαίτερα στην Kerry Condon.

Tár

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


Η.Π.Α., 2022
Σκηνοθεσία: Todd Field
Με την Cate Blanchett

Η ταινία μας μεταφέρει σε ένα επαγγελματικό χώρο που δεν είναι ευρύτερα γνωστός - αυτόν της κλασικής μουσικής. 
 
Η C. Blanchett υποδύεται την Lydia Tár, Αμερικανίδα διευθύντρια της Συμφωνικής Ορχήστρας του Βερολίνου. Είναι ομοφυλόφυλλη, συζεί με τη σύντροφο της και μαζί έχουν υιοθετήσει μία κόρη.

Παρακολουθούμε την Lydia στους ρόλους της ως διευθύντριας ορχήστρας, εκπαιδευτικού, μητέρας, συντρόφου. Η Tár δείχνει να διαχειρίζεται την πολυδιάστατη καθημερινότητα της πολύ καλά. Θεωρείται κορυφαία στο είδος της και χαίρει της εκτίμησης του χώρου της. Ωστόσο, οι σκιές ενός σκανδάλου με αυτήν στο επίκεντρο αρχίζουν να απλώνονται σιγά-σιγά...

Η Tár εμπλέκεται στην αυτοκτονία μίας συνεργάτιδος της. Κατηγορείται ότι πλησίαζε ερωτικά συνεργάτες της, και αν εκείνες δεν ενέδιδαν, τότε χρησιμοποιούσε την επιρροή της για να τις καταστρέψει επαγγελματικά. Δεν της απαγγέλονται κατηγορίες επίσημα, ωστόσο ο διασυρμός της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στον τύπο αρκούν για να της καταστρέψουν την καριέρα. Εκδιώκεται από τις επαγγελματικές θέσεις της, χάνει την οικογένεια της, και πλέον βρίσκεται στο περιθώριο.

Ο σκηνοθέτης δεν καταλήγει σε συμπεράσματα, αφήνει τον θεατή να βγάλει τα δικά του. Η ταινία είναι σφιχτοδεμένη και συμπαγής. Δεν ενοχλήθηκα από κάτι μα και ούτε εντυπωσιάστηκα. Θεωρώ ωστόσο ότι η εμπειρία της θέασης της ταινίας θα κέρδιζε πολλά αν ψυχογραφούσε την πρωταγωνίστρια και δεν έμενε στην επιφάνεια. 
Παρακολουθούμε την Tár να αντιδρά σε όσα συμβαίνουν γύρω της (συνήθως υπεκφεύγοντας) μα δεν μπαίνουμε καθόλου στο μυαλό της. Ποιές είναι οι σκέψεις της για όσα συμβαίνουν; Ο διάλογος με τον εαυτό της; 

Ο βασικός λόγος για να δεις την ταινία είναι νομίζω η πρωταγωνίστρια. Έχω δει την C. Blanchett δύο φορές στον κινηματογράφο: στο Blue Jasmine (2013), για το οποίο κέρδισε Oscar καλύτερης ηθοποιού, και στην ταινία Carol (2015). Η ερμηνεία της ήταν αυτό που μου έχει μείνει περισσότερο και από τις δύο ταινίες.Το ίδιο ισχύει και τώρα.

Ίσως τα κυριότερα συμπεράσματα είναι δύο. Από την μία πλευρά η ευκολία κατάχρησης εξουσίας από εκείνους που την κατέχουν, και πόσο δύσκολο είναι για κάποιο θύμα αυτής της εξουσίας να αποδείξει το τί συμβαίνει.
 
Και από την άλλη είναι η δύναμη που έχουν ο Τύπος και τα μέσα κοινωνικής διακτύωσης. Η κατηγορία κάποιου από αυτά είναι αρκετή για να καταδικαστεί κάποιος από την κοινή γνώμη και να υποστεί τις  καταστροφικές συνέπειες στην προσωπική και επαγγελματική του ζωή, χωρίς να έχει αποδειχτεί κάτι στη δικαστική αίθουσα. Τα παραδείγματα και από την Ελληνική επικαιρότητα είναι πολλά.

Η Χώρα του Θεού

 










Vanskabte Land / Godland 

Δανία - Ισλανδία, 2022

Σκηνοθεσία: Hlynur Pálmason

Στα τέλη του 19ου αιώνα ένας νεαρός ιερωμένος στη Κοπενχάγη επιλέγεται από τους ανωτέρους του ως ο πιό κατάλληλος για να φέρει εις πέρας μία δύσκολη αποστολή: να μεταβεί σε μία απομονωμένη περιοχή της Ισλανδίας και να επιβλέψει την ανέγερση ενός ναού.

Ο ιερέας σφήζει από ζήλο, μα θα είναι το εφόδιο αυτό αρκετό;

Το πρώτο μισό της ταινίας αφορά στο ταξίδι του, από την άφιξη στο νησί μέχρι τον τελικό προορισμό του. Μία ομάδα ντόπιων είναι κανονισμένο να τον συνοδεύσει στο αφιλόξενο αυτόν τόπο. 

Όντως, τα πλάνα της Ισλανδίας είναι το πιό εντυπωσιακό και αξιομνημόνευτο στοιχείο της ταινίας. Ένας τόπος σκληρός, ηφαιστειογενής, άδειος, σκοτεινός, απόκοσμος. Δεν αμφιβάλλω ότι και αυτό έχει τη γοητεία του, αν και δεν βρίσκω το λόγο γιατί κάποιος θα κατοικούσε μόνιμα εκεί, αν είχε άλλες επιλογές.

Οι σχέσεις του ιερέα με την ομάδα των ντόπιων συνοδών του είναι κάθε άλλο παρά χριστιανικές. Ο ιερωμένος περιορίζει την επαφή στα απολύτως απαραίτητα. Δεν θέλει να έχει σχέση μαζί τους. Ίσως η συμπεριφορά του να μην διαφέρει πολύ από εκείνη των σύγχρονων του Ευρωπαίων αποίκων προς τους λαούς του Τρίτου Κόσμου. Τους θεωρεί κατώτερους και απλά όργανα για την εκτέλεση των διαταγών του.

 Ωστόσο, το ταξίδι αποδεικνύεται δύσκολο για τον ιερέα. Αρρωσταίνει και ταράσσεται ψυχικά. Δείχνει ότι δεν θα τα καταφέρει, και ζητά δύναμη στις προσευχές του.

Τελικά ο ιερωμένος συνεχίζει το ταξίδι του και φτάνει στον προορισμό του. Το χτίσιμο της εκκλησίας ξεκινά. Και έτσι ξεκινά το δεύτερο μέρος της ταινίας.

Η φάρμα μίας οικογένειας γειτνιάζει με την οικοδομή της εκκλησίας, και έτσι μπαίνουμε στη ζωή της. Η οικογένεια αποτελείται από ένα Δανό πατέρα και τις δύο κόρες του. Η μία είναι στην ηλικία του ιερέα, και η άφιξη ενός νέου άνδρα την χαροποιεί στην απομόνωση της. Υπάρχουν προσδοκίες από την πλευρά της για κάτι περισσότερο.

Μα ο ιερέας έχει αλλάξει εντελώς. Τα έχει χαμένα. Βρίσκεται εκεί μα το πνεύμα του απουσιάζει. Τόσο το σώμα όσο και το μυαλό του έχουν εξασθενήσει.

Η εκκλησία χτίζεται, η  αποστολή φτάνει στο τέλος της, μα το τέλος έρχεται απροσδόκητα, με μία σειρά δολοφονιών. Δεν υπάρχει ευτυχές κλείσιμο.

Η ταινία διαρκεί πολύ, 138 λεπτά, χωρίς αυτό να βαίνει με κάποιον τρόπο προς όφελος της. Υπάρχει η αίσθηση της "κοιλιάς" κάπου στα μισά της, και του ασύνδετου μεταξύ του πρώτου και του  δεύτερου μέρους της.

Επίσης, υπάρχει μία αμφίσημη στάση του σκηνοθέτη απέναντι στην εξέλιξη της πλοκής. Η κάμερα είναι σταθερή, δεν δραματοποιεί, δεν δημιουργεί καταστάσεις, ωστόσο η πλοκή δημιουργεί σε κάποια σημεία την αίσθηση ότι κάτι δραματικό πρόκειται να συμβεί. Τα δύο στοιχεία δεν εναρμονίζονται, και αυτό δεν νομίζω ότι βοηθά στο τελικό αποτέλεσμα.

Εκεί ωστόσο που θα έμενα είναι στα τοπία - ο σκηνοθέτης αποδίδει τη φύση της Ισλανδίας και τη μικρή θέση του ανθρώπου μέσα σε αυτή με πολύ καλό τρόπο - και στη σκιαγράφηση της συμπεριφοράς των πρωταγωνιστών - θρησκευτικός ζήλος, υπεροψία, ερωτική ανάγκη, εγωισμός είναι κάποια από τα χαρακτηριστικά και τα κίνητρα τους.

Tokyo Story

1953, Ιαπωνία
Σκηνοθεσία: Yasujirō Ozu
Με τους Setsuko Hara (αριστερά), Chishū Ryū (δεξιά) κ.α.
Όλη η ταινία είναι διαθέσιμη εδώ
 

Οι ηλικιωμένοι γονείς μίας πολυμελούς οικογένειας ταξιδεύουν από την επαρχία στο Τόκυο, για να συναντήσουν τα παιδιά τους.

Ο χρόνος από την τελευταία τους συνάντηση είναι πολύς και οι προσδοκίες μεγάλες. Το ίδιο και η προσμονή τους. Το ταξίδι με το τρένο είναι μακρύ.

Το κλίμα στις συναντήσεις με τα παιδιά είναι καλό, αλλά όχι και ζεστό. Τα παιδιά, οικογενειάρχες κάποια από αυτά, έχουν τις δικές τους ασχολίες και σκοτούρες, και ο χρόνος που μπορούν - ή θέλουν; - να διαθέσουν είναι περιορισμένος. Η κρυφή μουρμούρα για το πότε οι γονείς θα επιστρέψουν δεν αργεί να εμφανιστεί. 

Κι έτσι οι γονείς βρίσκονται να περιδιαβαίνουν στο Τόκυο μόνοι, άγνωστοι σε μία χαώδη πόλη. Ωστόσο έχουν ο ένας τον άλλον. Η αίσθηση της συντροφικότητας τους είναι έντονη. Μα δεν είναι κουτοί, παρά τη στωική και καλοπροαίρετη στάση ζωής τους. Αντιλαμβάνονται ότι αποτελούν βάρος και αποφασίζουν να διακόψουν το ταξίδι τους και να επιστρέψουν στο χωριό τους.

Ο σκηνοθέτης δεν κατευθύνει τη σκέψη του θεατή. Δεν κρίνει, δεν δραματοποιεί, δεν βγάζει συμπεράσματα. Ο τρόπος που σκηνοθετεί έχει τις ιδιαιτερότητες του. Κεντρικά συμβάντα παραλείπονται και ο θεατής μαθαίνει για αυτά με την εξέλιξη της πλοκής. Η αλλαγή σκηνών γίνεται με την εστίαση σε εξωτερικούς χώρους, σαν να δίνει χρόνο στον θεατή να εμπεδώσει το τί συμβαίνει. Η κάμερα είναι σταθερά και χαμηλά τοποθετημένη. Δεν ακολουθεί τους χαρακτήρες, δεν δραματοποιεί, δεν οδηγεί τη ματιά του θεατή.

Είναι σαν ο σκηνοθέτης και εμείς να βρισκόμαστε εκεί, μα και να απουσιάζουμε ταυτόχρονα. Η ιδιοσυγκρασία του σκηνοθέτη συναντά την Ιαπωνική κουλτούρα. Μινιμαλισμός, ολιγάρκεια, στωικότητα, μα και συντηρητικοί κοινωνικοί και οικογενειακοί δεσμοί που περιορίζουν την ατομικότητα και την προσωπική έκφραση. 

Βρισκόμαστε στα πρώτα χρόνια μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, και οι πληγές είναι ακόμα ανοικτές. Η κοινωνία αλλάζει. Αστυφιλία και αστικοποίηση φέρουν μεγάλες τομές. Είναι η αρχή της μεγάλης οικονομικής και βιομηχανικής ανάπτυξης της χώρας. Παραδοσιακοί δεσμοί δοκιμάζονται, χάσματα δημιουργούνται' μεταξύ γενεών, ανθρώπων, μεταξύ πόλεων και χωριών.

Ίσως είναι μία διαδικασία που όλες οι κοινωνίες περνούν στην πορεία τους από την παράδοση στη νεωτερικότητα. Μα θεωρώ ότι οι νησιώτικες κουλτούρες - είτε είναι η Ιαπωνική, είτε η Βρετανική, είτε η νησιωτική Ελληνική - το κάνουν με ένα ιδιαίτερο τρόπο. 

Έχουν πολύ έντονη την αίσθηση της εντοπιότητας, μα και είναι ανοικτές σε ξένες επιδράσεις. Τις ενσωματώνουν χωρίς όμως να αλλάζουν κάποιες πολύ παραδοσιακές αρχές. Παλιά στοιχεία αναμειγνύονται με νεωτεριστικά με ένα τρόπο μοναδικό.    

Η ταινία, παρά την ηλικία της, δεν σου δίνει την αίσθηση της αποκοπής από αυτό που ζούμε σήμερα. Κάποια έχουν αλλάξει, μα και πολλά παραμένουν ίδια. Η οριακά επιθετική συμπεριφορά του μεγάλου εγγονιού, με αφορμή την απουσία του πατέρα λόγω φόρτου εργασίας, μοιαζεί εντελώς σύγχρονη. 

Μα και η αναφορά στη μοναξιά, τόσο από τη νεαρή νύφη των ηλικιωμένων, της οποίας ο σύζυγος αγνοείται από την εποχή του πολέμου, όσο και από τον παππού, όταν εκείνος χάνει τη σύζυγο του, είναι αναπάντεχη για εμένα. Νόμιζα ότι αυτή η αίσθηση της μοναξιάς εμφανίζεται σε πιό κοντινά σε εμάς χρόνα, ότι είναι σύμπτωμα των σύγχρονων καιρών.

Loving Highsmith

Ερωτευμένη Χάισμιθ
Ντοκιματέρ
Γερμανία, 2022
Σκηνοθεσία: Eva Vitija (Ελβετία)
 
Το ντοκιματέρ εστιάζει στην παιδική ηλικία και την μετέπειτα προσωπική, ομοφυλοφιλική ζωή της Highsmith. Το πιό δυνατό του σημείο είναι το ότι εντοπίζει συντρόφους της συγγραφέως, οι οποίες  δίνουν μία "εκ των έσω" ματιά στο χαρακτήρα και τη ζωή της.

Προσωπικά περίμενα ένα πιό σφαιρικό πορτραίτο, ιδίως λαμβάνοντας υπόψιν τα πρόσφατα δημοσιευμένα ημερολόγια της. Για παράδειγμα, δεν πληροφορούμαστε για τον χρόνιο αλκοολισμό ή τις επαναλαμβανόνες εντάσεις της κατάθλιψης της, στοιχεία που συνήθως διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στο βίο του παθόντος.
 
Ίσως για αυτή μου την απογοήτευση ευθύνεται η επιθυμία μου να κατανοήσω τη δημιουργό των γοητευτικών μυθιστορημάτων της και ο σκαιώδης χαρακτήρας της. Το ντοκιματέρ ρίχνει μία ματιά στη ζωή της Highsmith, αποσπασματική ωστόσο.

Maigret tend un piège


 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Ο Επιθεωρητής Μαιγκρέ Στήνει μία Παγίδα
1958
Σκηνοθεσία: Jean Delannoy
Με τους: Jean Gabin, Annie Girardot and Olivier Hussenot
Διασκευή του ομόνυμου μυθιστορήματος του Georges Simenon.
Στον κινηματογράφο Ανδόρα 
 
Κάπως μπόρεσα να ξετρυπώσω αυτήν την ταινία, που προβλήθηκε στο πλαίσιο του 35ου Πανοράματος Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου.
Λίγοι οι θεατές, όπως μάλλον έχω συνηθίσει να συναντώ στην προβολή παλιών ταινιών.
 
Η δράση εξελίσσεται στη συνοικία Le Marais του Παρισιού.
Το ότι μία από τις ακριβότερες σήμερα γειτονιές του Παρισιού παρουσιάζεται το 1958 ως μία εργατική/ μικροαστική περιοχή, μάλλον δείχνει πόσο το Παρίσι έχει αλλάξει, και ποιά είναι η θέση της εργατικής/ μικροαστικής τάξης σε αυτό - αν βέβαια αποδεχτούμε ότι ο κινηματογράφος μπορεί να αποτελέσει πηγή αντικειμενικής πληροφόρησης.
Η κοντινή Μονμάρτη μού έρχεται επίσης στο νου. Μα και η Αθήνα έχει αντίστοιχα παραδείγματα να μας δείξει.
 
Πολλές αξιόλογες ερμηνείες, μα θεωρώ ότι και αυτή τη φορά είναι μία ηθοποιός στο ρόλο μίας "συνηθισμένης" γυναίκας που κλέβει την παράσταση με την ερμηνεία της: η Annie Girardot. Το βλέμμα της λέει τόσα πολλά χωρίς η ίδια να χρειάζεται να πει λέξη.
 
Τα βιβλία του Simenon είναι πολύ πειστικά στη δημιουργία μίας περιρρέουσας ατμόσφαιρας μυστηρίου, μα δεν μπορώ να πω ότι η πλοκή είναι το πιό αψεγάδιαστο στοιχείο τους.
 

Rien ne va plus


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

1997

Σκηνοθεσία: Claude Chabrol

Με τους Isabelle Huppert, Michel Serrault και François Cluzet 

Γλυκόπικρη αστυνομική πλοκή με νοσταλγικό άρωμα δεκαετίας '90.

Η τελευταία ταινία του Chabrol, που έχει διανύσει μία μεγάλη πορεία από τις πρώτες του, ασπρόμαυρες ταινίες, που είχα δει παλιά. 

Και η Isabelle Huppert είναι μία αποκάλυψη. Η αβάστακτη γοητεία μίας "καθημερινής" γυναίκας.

The Philadephia Story

1940, σε σκηνοθεσία του George Cukor

Με τους Cary Grant, Katharine Hepburn, James Stewart

 

Εξαιρετικοί διάλογοι - το έργο βασίστηκε σε βιβλίο - και εξαιρετικοί ηθοποιία. Όσο και αν υποβόσκει μία ηθοπλασία λόγω ηλικίας, η ταινία σε κερδίζει!

In the Mood for Love

 Πολύ καλή ταινία, με ένα εκνευριστικό και λυπηρό τέλος!

Last Year at Marienbad

L'Année dernière à Marienbad

1961, directed by Alain Resnais

 

 A film that I would describe as interesting rather than enjoyable!

Blue Velvet

1986, σε σκηνοθεσία του D. Lynch
με τους Kyle MacLachlan, Isabella Rossellini,
 
Dennis Hopper και Laura Dern
 

 Αξιομνημνημόνευτη ταινία. Η σύγκριση με την προηγούμενη ταινία που είδα (Garde a Vue), με την οποία είναι συνομήλικη, δείχνει πόσο μπροστά έβλεπε ο σκηνοθέτης αυτής της ταινίας.

Garde à Vue / The Inquisitor

1981, σε σκηνοθεσία του Claude Miller
με τους Lino Ventura, Michel Serrault, Romy Schneider

Δύο κορίτσια βρίσκονται δολοφονημένα και ο κύριος ύποπτος ανακρίνεται παραμονή Πρωτοχρονιάς.

Το έργο μοιάζει με θεατρικό, καθώς εκτυλίσσεται κατά κύριο λόγο σε ένα γραφείο της Αστυνομίας.

Πολύ καλή ηθοποιία, και πλοκή που σε ξαφνιάζει με την τροπή της!